Η πρώτη μέρα στο σχολείο είναι πράγματι δύσκολη και περισσότερο για τα πρωτάκια. Έχουν αγωνία για το καινούριο άγνωστο περιβάλλον, τη δασκάλα, τους συμμαθητές, τα μαθήματα... Εσείς, τα μεγαλύτερα παιδιά, μπορείτε να τα βοηθήσετε να αισθανθούν ευπρόσδεκτα και όμορφα στο νέο τους σχολείο. Δείξτε τους τους χώρους του σχολείου, μιλήστε τους για όλα τα σημαντικά και γενικά βοηθήστε τα να προσαρμοστούν!
Ο Γιάννης φοβόταν πολύ! Δεν ήθελε να πάει στην πρώτη δημοτικού. Όταν όμως είδε το σχολείο και τους συμμαθητές του..... έγινε το πιο χαρούμενο πρωτάκι!
Ο Πέτρος είναι έτοιμος για τη νέα σχολική χρονιά. Από τη μια ανησυχεί για τη δασκάλα και τις δυσκολίες των μαθημάτων, από την άλλη ανυπομονεί να συναντήσει τους συμμαθητές και φίλους του! Θυμάται ακόμη το καλοκαίρι που πέρασε και... ταξιδεύει νοερά στο όμορφο καλοκαιρινό νησί.
Η πρώτη μέρα στο σχολείο ήταν ακόμη πιο δύσκολη για τα πρωτάκια πριν 60-70 χρόνια. Ο μεγάλος συγγραφέας Νίκος Καζαντζάκης περιγράφει την πρώτη μέρα που πήγε στο σχολείο, συνοδευόμενος από τον πατέρα του.
Ο Γιάννης φοβόταν πολύ! Δεν ήθελε να πάει στην πρώτη δημοτικού. Όταν όμως είδε το σχολείο και τους συμμαθητές του..... έγινε το πιο χαρούμενο πρωτάκι!
Ο Πέτρος είναι έτοιμος για τη νέα σχολική χρονιά. Από τη μια ανησυχεί για τη δασκάλα και τις δυσκολίες των μαθημάτων, από την άλλη ανυπομονεί να συναντήσει τους συμμαθητές και φίλους του! Θυμάται ακόμη το καλοκαίρι που πέρασε και... ταξιδεύει νοερά στο όμορφο καλοκαιρινό νησί.
Η πρώτη μέρα στο σχολείο ήταν ακόμη πιο δύσκολη για τα πρωτάκια πριν 60-70 χρόνια. Ο μεγάλος συγγραφέας Νίκος Καζαντζάκης περιγράφει την πρώτη μέρα που πήγε στο σχολείο, συνοδευόμενος από τον πατέρα του.
" Ήμουν σαν
ένα μικρό καταστολισμένο σφαγάρι κι ένιωθα μέσα μου περφάνια και φόβο. Μα το
χέρι μου ήταν σφηνωμένο βαθιά μέσα στη φούχτα του πατέρα μου κι αντρειευόμουν.
Μπήκαμε σ’ ένα παλιό χτίρι, με μια φαρδιά αυλή κι ένα κατασκονισμένο πλατάνι
στη μέση. Κοντοστάθηκα, δείλιασα. Το χέρι μου άρχισε να τρέμει μέσα στη μεγάλη
ζεστή φούχτα.
Ο πατέρας μου
έσκυψε, άγγιξε τα μαλλιά μου, με χάιδεψε. Τινάχτηκα. Ποτέ δε θυμόμουν να μ’
έχει χαϊδέψει. Σήκωσα τα μάτια και τον κοίταξα τρομαγμένος. Είδε πως τρόμαξα,
τράβηξε πίσω το χέρι του:
-Εδώ θα μάθεις
γράμματα, είπε, να γίνεις άνθρωπος. Κάμε το σταυρό σου.
Ο δάσκαλος
πρόβαλε στο κατώφλι. Κρατούσε μια μακριά βίτσα και μου φάνηκε άγριος, με μεγάλα
δόντια, και κάρφωσα τα μάτια μου στην κορφή του κεφαλιού του να δωΑΝ έχει κέρατα, μα δεν είδα, γιατί
φορούσε καπέλο.
-Ετούτος είναι ο
γιος μου, του ‘πε ο πατέρας μου
-Ξέμπλεξε το χέρι
μου από τη φούχτα του και με παράδωκε στο δάσκαλο.
-Το κρέας δικό
σου του ‘πε, τα κόκαλα δικά μου. Μη τον λυπάσαι, δέρνε τον, κάνε τον άνθρωπο.
-Έγνοια σου,
καπετάν Μιχάλη. Έχω εδώ το εργαλείο που κάνει τους ανθρώπους, είπε ο δάσκαλος
κι έδειξε τη βίτσα."
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου